Κυριακή 6 Απριλίου 2008

ΚΕΙΜΕΝΟ ΠΑΙΔΙΟΥ ΠΟΥ ΝΟΣΗΛΕΥΤΗΚΕ ΣΕ ΟΓΚΟΛΟΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ.



Ησουν τα αυτιά μου και τα μάτια μου…. Άκουγες όσα εγώ άκουγα και έβλεπες αυτά που κοίταζα εγώ. Όλες τις ώρες εκείνες που περνούσα με φόντο το ταβάνι, ήσουν εσύ που τις διέκοπτες κάθε τόσο για να δεις αν είχε τελειώσει ο ορός, να δεις αν είναι όλα καθαρά και ταχτοποιημένα, να δεις αν και μεγάλοι ήμασταν «εντάξει». Εσύ ήσουν πάντα πίσω από κάποια πόρτα ή μέσα στο εξεταστήριο, πάντα ήσουν εκεί, συννεφιασμένη με την αρρώστια μου αλλά δικός μου σύμμαχος, άνθρωπος δικός μου χωρίς να χρειαστεί να με πείσεις με λέξεις…Πάντα εκεί να με φροντίζεις, πάντα εκεί να σε αναζητώ. Να μου φωνάζεις για να σηκωθώ να κάνω μια βόλτα , να σε φωνάξω να σου πω πως πονάω. Να με πείσεις να κάνω ότι « έπρεπε» όταν περίμενα το πόρισμα για όλα. Πίσω από κάθε πόρτα ήξερα ότι ήσουν πάντα εσύ. Και δεν κρυβόσουν, ποτέ δεν το έκανες. Εσύ στον 2ο όροφο, εσύ στον 5ο , εσύ δίπλα μου। Μπαινόβγαινες με τόση ευκολία σε τόσες πόρτες που δεν μπορεί…πίσω από κάθε πόρτα ήσουν πάντα εσύ. Να μου πεις, να μου εξηγήσεις, να μου μάθεις να καταπίνω τα χάπια , να μου βρεις φλέβα γιατί δεν είχα που δεν είχα, έσπαζαν κιόλας. Εσύ ήσουν το φιλαράκι μου । Μπορούσες να μου φωνάξεις και να σου φωνάξω। Δεν είχες γραφείο και ώρες επίσκεψης. Ήσουν παντού όπου ήμουν και εγώ. Και με τόση πολύ «συγκατοίκηση» με έμαθες καλά. Τι μου αρέσει τι δεν θέλω, τις χαρές μου, τις αναποδιές μου, τις ιδιοτροπίες μου. Ήσουν ο καλός «μεσολαβητής» μου, ο διερμηνέας ανάμεσα σε μένα και τη «λευχαιμία μου». Ανάμεσα στους ορούς, στις βρυσούλες και σε μένα. Εμένα που δεν ήξερα τίποτα αλλά μου άνοιξες σιγά – σιγά την κουρτίνα για να δω το «έργο», μην ταραχτώ, πάντα κρατούσε σφιχτά το χέρι μου, πάντα στη διπλανή θέση μ` εμένα. Και ότι και αν έλεγαν οι άλλοι, όποια απόφαση και να έβγαινε, εμείς καταλήγαμε πάντα μαζί – είτε σε ένα εξεταστήριο είτε σ ένα δωμάτιο. Εγώ ξάπλα και εσύ σκυμμένη από πάνω, με την έγνοια να με φροντίσεις, μόνο εμένα, μόνο εμένα. Για λίγο ήμουν το επίκεντρο του δικού σου σύμπαντος. Να τσεκάρεις τον ορό μου, να δεις τη θερμοκρασία μου, να «βολιδοσκοπήσεις» τη διάθεση μου. Κάθε μέρα, όποτε χρειαζόταν, αδιαλείπτως… Χωρίς διπλώματα και περγαμηνές, «υπολόγιζες» κάθε πρωί τον αιματοκρίτη, λευκά και αιμοπετάλια, με μεγάλη ακρίβεια. Και πάντα εσύ που κάθε λίγο και λιγάκι με ακουμπούσες για να βρεις φλέβα και κάπως έτσι ακούμπησες και τη φλέβα της ψυχής μου. Χωρίς εσένα θάταν όλα διαφορετικά. Κομίσαμε μαζί τη νόσο μου, «κουβαλήσαμε παρέα» αυτό το βάρος. Σ` ευχαριστώ γι` αυτό από τα βάθη της καρδιάς μου και σε παρακαλώ συνέχισε να «τριγυρνάς» στα μέρη μας, πίσω απ` αυτές τις πόρτες, μέσα σε αυτά τα δωμάτια. Σε περιμένουν και άλλα ζευγάρια μάτια.Η παρουσία σου εκεί είναι πολύτιμη…ΓΙΑ ΝΑ ΜΗ ΝΙΩΣΟΥΝ ΠΟΤΕ ΜΟΝΑ .
(Κείμενο παιδιού που νοσηλεύτηκε σε Ογκολογικό Τμήμα για τη Νοσηλεύτρια του…)
Για την αντιγραφή Aionios-Eternauta, με μια απίστευτη πίκρα αν συγκρίνω την ποιότητα του παιδιού, τον αλτρουισμό αυτών που ασχολούνται με τον πόνο και τον θάνατο καθημερινά για λίγα ευρώ και την εικόνα της ευδαιμονίας των παχυλών μισθών των "πρωινάδικων" , ή των νεόπλουτων της Ελληνικής...χλωρίδας & πανίδας. Πραγματικά Νιώθω άσχημα...