Δευτέρα 22 Δεκεμβρίου 2008


Aionios-Eternauta

Άκου τι μου' λεγε ο μακαρίτης ο παππούς μου, να καταλάβεις. Όλα τα' καμε καλά ο Αλλάχ, μου' λεγε, όλα, μα μια μέρα βρέθηκε μπόσικος, έπιασε φωτιά και κοπριά και έπλασε το Ρωμιό∙ μα ευτύς, ως τον είδε, το μετάνιωσε∙ είχε ένα μάτι, ο αφιλότιμος, που τρυπούσε ατσάλι. «Τί να γίνει τώρα, μουρμούρισε ο Αλλάχ, την έπαθα∙ ας πιάσω τώρα να κάμω τον Τούρκο, να σφάξει το Ρωμιό, να βρει ο κόσμος την ησυχία του». Έπιασε το λοιπόν μέλι και μπαρούτι, τα μάλαξε καλά καλά, έφτιασε τον Τούρκο. Κι' ευτύς, χωρίς να χασομεράει, βάνει σ' ένα ταψί τον Τούρκο και το Ρωμιό να παλέψουν. Πάλευαν, πάλευαν, από το πρωί ως το βράδυ, κανένας δεν έριχνε κάτω τον άλλο∙ μα ευτύς, ως σκοτείνιασε, βάνει ο άτιμος ο Ρωμιός τρικλοποδιά, κάτω ο Τούρκος!
«Ο διάολος να με πάρει, μουρμούρισε ο Αλλάχ, την έπαθα πάλι∙ τούτοι οι Ρωμιοί θα φάνε τον κόσμο, πάνε οι κόποι μου χαμένοι... Τί να κάμω;» Όλη νύχτα δεν έκλεισε μάτι ο κακομοίρης∙ μα το πρωί, πετάχτηκε απάνω και χτύπησε τις χερούκλες του: «Βρήκα! βρήκα!» φώναξε∙ έπιασε πάλι φωτιά και κοπριά, και έφτιαξε έναν άλλο Ρωμιό, και τους έβαλε στο ταψί να παλέψουν. Άρχισε το πάλεμα∙ τρικλοποδιά ο ένας, τρικλοποδιά κι ο άλλος∙ μπηχτές ο ένας, μπηχτές κι ο άλλος... Πάλευαν, πάλευαν, έπεφταν, σηκώνουνταν, πάλευαν πάλι, ξανάπεφταν, ξανασηκώνουνταν, πάλευαν... Κι' ακόμα παλεύουν! Κι' έτσι ο κόσμος, Μπραϊμάκι μου, βρήκε την ησυχία του».
*Απόσπασμα από το «Ο Χριστός Ξανασταυρώνεται» του Νίκου Καζαντζάκη

Πέμπτη 4 Δεκεμβρίου 2008

Παραμύθι..


Aionios-Eternauta

"Το ροζ φόρεμα".

Κάποτε ένα μικρό κορίτσι καθόταν μόνο του στο πάρκο. Όλοι το προσπερνούσαν και κανείς δεν σταματούσε να δει γιατί έμοιαζε να είναι τόσο θλιμμένο. Ντυμένο με ένα φθαρμένο ροζ φορεματάκι, ξυπόλυτο και βρώμικο, το κορίτσι απλά καθόταν εκεί και παρακολουθούσε τους ανθρώπους που περνούσαν. Ποτέ δεν δοκίμασε να τους μιλήσει. Ποτέ δεν πρόφερε μία λέξη. Πολλοί άνθρωποι πέρασαν μπροστά της αλλά κανένας δεν σταμάτησε. Την επόμενη μέρα η περιέργειά μου με οδήγησε πίσω στο πάρκο. Ήθελα να δω αν το μικρό κορίτσι θα ήταν ακόμα εκεί. Και ναι, ήταν εκεί, στην ίδια ακριβώς θέση όπου ήταν και την προηγούμενη μέρα και με το ίδιο λυπημένο βλέμμα. Σήμερα όμως θα έκανα το βήμα, θα πλησίαζα το μικρό κορίτσι. Εξάλλου, ένα πάρκο γεμάτο κόσμο δεν είναι το κατάλληλο μέρος για να παίζει ένα μικρό παιδί ολομόναχο. Καθώς πλησίαζα μπορούσα να δω την πλάτη του κοριτσιού. Είχε ένα περίεργο σχήμα. Σκέφτηκα ότι αυτός ήταν ίσως ο λόγος, που οι άνθρωποι την προσπερνούσαν χωρίς να κάνουν καμιά προσπάθεια να της μιλήσουν. Οι παραμορφώσεις δεν είναι καλοδεχούμενες στην κοινωνία μας και αυτό οδηγεί στον αποκλεισμό αυτών που είναι διαφορετικοί. Καθώς πλησίασα, το μικρό κορίτσι χαμήλωσε ελαφρά τα μάτια για να αποφύγει το εξεταστικό βλέμμα μου. Μπορούσα τώρα να διακρίνω πιο καθαρά το σχήμα της πλάτης της. Είχε κάτι περίεργο, που έμοιαζε σαν μια παράξενη καμπούρα. Της χαμογέλασα για να της δείξω ότι όλα ήταν εντάξει. Ήμουν εκεί για να την βοηθήσω, για να μιλήσουμε. Έκατσα κάτω δίπλα της και την χαιρέτησα με ένα 'γειά'. Το μικρό κορίτσι έδειξε να ξαφνιάζεται και αφού με κοίταξε έντονα στα μάτια για λίγο απάντησε 'γειά'. Της χαμογέλασα και μου χαμογέλασε κι αυτή ντροπαλά. Αρχίσαμε να μιλάμε και συνεχίσαμε μέχρι που σουρούπωσε και το πάρκο άδειασε από κόσμο. Την ρώτησα γιατί ήταν τόσο θλιμμένη. Το μικρό κορίτσι με κοίταξε με το λυπημένο μουτράκι του και απάντησε.. ' γιατί είμαι διαφορετική'.. 'Αυτό είναι αλήθεια' είπα εγώ χαμογελώντας. 'Το ξέρω' είπε το μικρό κορίτσι και φάνηκε να μελαγχολεί περισσότερο. 'Μικρή μου' της είπα, μου θυμίζεις έναν γλυκό και αθώο άγγελο'. Με κοίταξε και χαμογέλασε, μετά σηκώθηκε αργά και είπε 'αλήθεια το λες'; 'Ναι, είσαι σαν ένας μικρός φύλακας άγγελος που στάλθηκε να φυλάει τους ανθρώπους που περνούν'. Έκανε με το κεφάλι της ένα καταφατικό νεύμα και χαμογέλασε πάλι .Καθώς έκανε αυτό, άνοιξε την πλάτη του ροζ της φορέματος και από μέσα βγήκαν και απλώθηκαν δύο λευκά φτερά. 'Ναι είπε, αυτό είμαι, είμαι ο δικός σου φύλακας άγγελος'. Έμεινα άφωνος, σίγουρος πως όλα αυτά ήταν παιγνίδια της φαντασίας μου.Τότε το κορίτσι είπε ' Για μια φορά σκέφτηκες κάποιον άλλο εκτός από τον εαυτό σου . Η αποστολή μου εδώ ολοκληρώθηκε'. Σηκώθηκα όρθιος και είπα ' Περίμενε, γιατί κανείς δεν σταμάτησε να βοηθήσει έναν άγγελο;’ Με κοίταξε, χαμογέλασε και είπε.
'Είσαι ο μόνος που μπορούσε να με δει' και μετά εξαφανίστηκε. Και μ' αυτό η ζωή μου άλλαξε ριζικά. Έτσι, όταν νομίζεις ότι δεν έχεις κανένα, να θυμάσαι ότι ο άγγελος σου είναι κοντά σου και σε προσέχει..

Κυριακή 30 Νοεμβρίου 2008

Makedonia - Alexandros


Aionios-Eternauta
Ένα λαμπρό υπόδειγμα ρητορικής και πολιτικής από πρόσφατη συνεδρίαση της Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών, που έκανε τη διεθνή κοινότητα να χαμογελάσει:

Ο λόγος του Έλληνα μόνιμου αντιπροσώπου στον ΟΗΕ.
«Πριν ξεκινήσω, θέλω να σας πω κάτι για τον Μέγα Αλέξανδρο. Όταν δάμασε τον Βουκεφάλα, κατά τον γυρισμό του και περνώντας τον Αξιό και βλέποντας το νερό,σκέφτηκε ότι ήταν μια καλή ευκαιρία για μπάνιο. Έβγαλε λοιπόν τα ρούχα του, τα ακούμπησε στον βράχο και μπήκε στο νερό. Όταν βγήκε και θέλησε να ντυθεί, τα ρούχα του είχαν εξαφανιστεί.
Τα είχε κλέψει ένας Σλάβος της Μακεδονίας.»
Τότε πετάχτηκε οργισμένος Σλαβομακεδόνας εκπρόσωπος της ΠΓΔΜ κι άρχισε να φωνάζει…

«Τι είναι αυτά που λες ; Οι Σλάβοι δεν ήταν εκεί, τότε.»
Οπότε ο Έλληνας εκπρόσωπος χαμογέλασε και είπε:
«Τώρα που το ξεκαθαρίσαμε αυτό, μπορώ να ξεκινήσω την ομιλία μου...»!

Σάββατο 15 Νοεμβρίου 2008

Family



Aionios-Eternauta




A man came home from work late, tired and irritated, to find his 5-year old son waiting for him at the door. SON: 'Daddy, may I ask you a question?' DAD: 'Yeah sure, what it is?' replied the man. SON: 'Daddy, how much do you make an hour?' DAD: 'That's none of your business. Why do you ask such a thing?' the man said angrily. SON: 'I just want to know. Please tell me, how much do you make an hour?' DAD: 'If you must know, I make $50 an hour.' SON: 'Oh,' the little boy replied, with his head down. SON: 'Daddy, may I please borrow $25?' The father was furious, 'If the only reason you asked that is so you can borrow some money to buy a silly toy or some other nonsense, then you march yourself straight to your room and go to bed. Think about why you are being so selfish. I don't work hard everyday for such childish frivolities.' The little boy quietly went to his room and shut the door. The man sat down and started to get even angrier about the little boy's questions. How dare he ask such questions only to get some money? After about an hour or so, the man had calmed down , and started to think: Maybe there was something he really needed to buy with that $25.00 and he really didn't ask for money very often The man went to the door of the little boy's room and opened the door. 'Are you asleep, son?' He asked. 'No daddy, I'm awake,' replied the boy. 'I've been thinking, maybe I was too hard on you earlier' said the man. 'It's been a long day and I took out my aggravation on you. Here's the $25 you asked for.' The little boy sat straight up, smiling. 'Oh, thank you daddy!' he yelled. Then, reaching under his pillow he pulled out some crumpled up bills. The man saw that the boy already had money, started to get angry again. The little boy slowly counted out his money, and then looked up at his father. 'Why do you want more money if you already have some?' the father grumbled. 'Because I didn't have enough, but now I do,' the little boy replied. 'Daddy, I have $50 now. Can I buy an hour of your time? Please come home early tomorrow. I would like to have dinner with you.' The father was crushed. He put his arms around his little son, and he begged for his forgiveness. It's just a short reminder to all of you working so hard in life. We should not let time slip through our fingers without having spent some time with those who really matter to us, those close to our hearts. Do remember to share that $50 worth of your time with someone you love. If we die tomorrow, the company that we are working for could easily replace us in a matter of hours. But the family & friends we leave behind will feel the loss for the rest of their lives.

Σάββατο 11 Οκτωβρίου 2008

Ανέκδοτο.Το σπουργίτι & ο μηχανόβιος..

Aionios-Eternauta
Το Σπουργιτάκι...& ο μηχανόβιος


Φοßερός και τροµερός µηχανόßιος ßγαίνει για ßόλτα µε την µηχανή. Εκεί που πήγαινε λοιπόν σκέφτεται ότι είναι ευκαιρία να τρέξει, γκάζι στο µηχάνηµα 150...200, ο τύπος είναι στην απόλυτη νιρßάνα και ...ΜΠΑΜ! ένα σπουργιτάκι καρφώνεται στο κράνος! Πανικός, φρένα και σταµάτηµα στην άκρη του δρόµου. Όχι ρε γαµώτο, πάει το καηµένο, τι µου 'φταιξε το δύσµοιρο κλπ κλπ.... αλλά ως εκ θαύµατος το σπουργιτάκι είναι ακόµα ζωντανό (σε τι κατάσταση είναι, άστο καλύτερα...). Μετά από 2 λεπτά ßρίσκεται ιατρείο του κοντινότερου κτηνίατρου. Εγχείρηση, οξυγόνο, νυστέρια, µέχρι που ßγαίνει ο γιατρός από το χειρουργείο µετά από 3 ώρες και του το παραδίδει στα χέρια µπανταρισµένο. "Φίλε... τύχη ßουνό, το σώσαµε το καηµένο. Τράßα τώρα σπίτι και κοίτα να το περιποιηθείς. Βάλτο σε ένα κλουßί µε φρέσκο νερό και κανναßούρι και περίµενε να συνέλθει"
Βουρ στο σπίτι ο γκαζοφονιάς, ßάζει το πουλάκι σε ένα κλουßί µε νερό και κανναßούρι και περιµένει... Οι µέρες περνάνε...Μετά από λίγες µέρες, το σπουργιτάκι αρχίζει να συνέρχεται. Ανοίγει το δεξί µάτι και ßλέπει τα κάγκελα του κλουßιού. Κλείνει το δεξί µάτι, Ανοίγει το άλλο µάτι, ξαναßλέπει κάγκελα και από την αριστερή πλευρά. Κλείνει και το αριστερό µάτι. Ανοίγει και τα δύο µάτια µαζί και ßλέπει γύρω-γύρω κάγκελα... και λέει:
' Όχι ρε γαμώτο, τον σκότωσα...."

Πέμπτη 18 Σεπτεμβρίου 2008

Αφιερωμένο στη Μητέρα...


Aionios-Eternauta

ΤΟ καλύτερο ΜΗΝΥΜΑ ΠΟΥ ΕΧΩ ΔΙΑΒΑΣΕΙ ΠΟΤΕ…

Εστάλη από Josep, Βαρκελώνη, Ισπανία
::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::::
Η γυναίκα μου, μού πρότεινε να βγω με άλλη γυναίκα
‘Γνωρίζεις πολύ καλά πως την αγαπάς’ μου είπε μια μέρα ξαφνιάζοντάς με.
‘Η ζωή είναι πολύ σύντομη, αφιέρωσέ της χρόνο.’
‘Μα εγώ ΕΣΕΝΑ αγαπώ’ της είπα έντονα.
‘Το ξέρω. Εξίσου όμως αγαπάς κι εκείνη.’
Η άλλη γυναίκα, την οποία η γυναίκα μου ήθελε να επισκεφθώ, ήταν η μητέρα μου, χήρα εδώ και χρόνια. Όμως οι απαιτήσεις της δουλειάς και των παιδιών με ανάγκαζαν να την επισκέπτομαι αραιά και που.’
Εκείνο το βράδυ της τηλεφώνησα και την προσκάλεσα έξω σε δείπνο και μετά για κινηματογράφο.
‘Τι συμβαίνει; Είσαι καλά;’ με ρώτησε.
Η μητέρα μου είναι από τους ανθρώπους που εκλαμβάνει ένα νυχτερινό τηλεφώνημα ή μια αναπάντεχη πρόσκληση ως αρχή κακών μαντάτων.
‘Νόμιζα πως θα ήταν καλή ιδέα να περνούσαμε λίγο χρόνο μαζί’ της απάντησα. ‘Οι δυο μας μόνοι… Τί λες;’
Σκέφθηκε λιγάκι και απάντησε: ‘Θα το ήθελα πολύ.’
Εκείνη την Παρασκευή, καθώς οδηγούσα μετά το γραφείο για να πάω να την πάρω, αισθανόμουν περίεργα. Ήταν ο εκνευρισμός που προηγείται ενός ραντεβού… Και πώς τα φέρνει η ζωή, όταν έφθασα στο σπίτι της, παρατήρησα πως και η ίδια ήταν φοβερά συγκινημένη!
Με περίμενε στην πόρτα φορώντας το παλιό καλό παλτό της, είχε περιποιηθεί τα μαλλιά της και ήταν ντυμένη με το φόρεμα με το οποίο είχε εορτάσει την τελευταία επέτειο του γάμου της. Το πρόσωπό της χαμογελούσε, ακτινοβολούσε φως, όπως το πρόσωπο ενός αγγέλου.
‘Είπα στις φίλες μου ότι θα βγω με το γιο μου και όλες τους συγκινήθηκαν’ μου είπε καθώς έμπαινε στο αυτοκίνητό μου. ‘Δεν μπορούν να περιμένουν μέχρι αύριο για να μάθουν τα πάντα για τη βραδυνή έξοδό μας.’
Πήγαμε σε ένα εστιατόριο όχι από τα καλά, αλλά με ζεστή ατμόσφαιρα. Η μητέρα μου με έπιασε από το μπράτσο σαν να ήταν ΄Η Πρώτη Κυρία της χώρας.΄
Μόλις καθήσαμε, έπρεπε εγώ να της διαβάσω τον κατάλογο με τα φαγητά. Το μόνο που ΄έπιαναν΄ τα μάτια της ήταν κάτι μεγάλες φιγούρες.
Μόλις έφθασα στη μέση του καταλόγου, σήκωσα το πρόσωπό μου. Η μαμά μου καθόταν στην άλλη άκρη του τραπεζιού και με χάζευε. Ένα νοσταλγικό χαμόγελο πέρασε από τα χείλη της.
‘Εγώ ήμουν αυτή που σου διάβαζε τον κατάλογο, όταν ήσουν μικρός, θυμάσαι;’
‘Ήρθε η ώρα, λοιπόν, να ξεκουραστείς και να μου επιτρέψεις να σου ανταποδώσω τη χάρη’ απάντησα.
Κατά τη διάρκεια του γεύματος είχαμε μια ευχάριστη συζήτηση, τίποτα το εξαιρετικό, απλά το πώς περνάει ο καθένας μας κάθε μέρα.Μιλούσαμε για ώρες, που τελικά χάσαμε την ταινία στον κινηματογράφο.
‘Θα βγω μαζί σου την επόμενη φορά, αν μου επιτρέψεις να κάνω εγώ την πρόταση’ μου είπε η μητέρα μου καθώς την επέστρεφα στο σπίτι. Την φίλησα, την αγκάλιασα.
‘Πώς πήγε το ραντεβού;’ θέλησε να μάθει η γυναίκα μου μόλις μπήκα στο σπίτι εκείνο το βράδυ.
‘Πολύ όμορφα, σ΄ευχαριστώ. Περισσότερο κι απ΄ό,τι περίμενα.’ της απάντησα.

Μερικές μέρες αργότερα η μητέρα μου ΄έφυγε΄ από ανακοπή της καρδιάς. Όλα συνέβησαν τόσο γρήγορα, δεν μπόρεσα να κάνω τίποτα.
Λίγο καιρό μετά, έλαβα έναν φακέλο από το εστιατόριο όπου είχαμε δειπνήσει η μητέρα μου κι εγώ. Μέσα είχε ένα σημείωμα που έγραφε:
‘Το δείπνο είναι προπληρωμένο. Ήμουν σχεδόν βέβαιη πως δεν θα μπορούσα να παρευρεθώ, κι έτσι πλήρωσα για δύο άτομα, για σένα και τη σύζυγό σου. Δεν θα μπορέσεις ποτέ σου να αισθανθείς τί σήμαινε εκείνη η βραδιά για μένα. Σε αγαπώ!’
Εκείνη τη στιγμή συνειδητοποίησα τη σπουδαιότητα του να είχα πει εγκαίρως ‘ΣΕ ΑΓΑΠΩ’.
Συνειδητοποίησα ακόμη τη σπουδαιότητα του να δίνουμε στους αγαπημένους μας το χρόνο που τους αξίζει. Τίποτα στη ζωή δεν είναι και δεν θα είναι πιο σημαντικό από την οικογένεια σου. Αφιέρωσε χρόνο σ΄αυτούς που αγαπάς, γιατί αυτοί δεν μπορούν να περιμένουν.
Εάν ζει η μητέρα σου
………. Απόλαυσε τη στιγμή.
Εάν δεν ζει
…………………….. Να τη θυμάσαι.
Εάν έχεις μητέρα
………Προώθησε αυτό το μήνυμα.
Αμέσως θα κάνεις κάποιον να αισθανθεί κάτι για κάποια που ξέχασε, για αυτό το υπέροχο ον που αποκαλείται… ΜΗΤΕΡΑ!
Και να θυμάσαι πάντοτε:
Ο χρόνος ποτέ δεν συγχωρεί!
Ούτε μπορεί να γυρίσει πίσω.
Αφιερωμένο στην Μάνα που πέντε χρόνια πριν, τέτοιες μέρες περνούσε το δικό της Γολγοθά για να φύγει την πρώτη μέρα του Οκτωβρίου για το ταξίδι χωρίς γυρισμό.
"Ο άνθρωπος πεθαίνει μοναχά όταν τον ξεχνούν" & η Πόπη δεν θα ξεχαστεί εύκολα.
Όχι όσο ζούμε όλοι εμείς που την αγαπήσαμε.

Aionios-Eternauta

Το τίμημα της αλαζονείας...
«Πάντα να προσπαθείς Πάντα να αποτυγχάνεις Δεν πειράζει Να προσπαθείς πάλι

Να αποτύχεις πάλι Να αποτύχεις καλύτερα»

S Βएकेत्त

Ο νεαρός γιάπις της Lehman Brothers δεν γνωρίζει τι σημαίνει οκτάωρο. Αργά το βράδυ, κατάκοπος, θα πάει στο κοντινό μπαρ του City με κάποιους συναδέλφους του να πιει ένα ποτό για να χαλαρώσει. Οι συζητήσεις του θα περιστρέφονται γύρω από αγορές. Τα διλήμματά του θα είναι αν θα αγοράσει Lamborghini ή Ferrari , ή αν θα αγοράσει το διαμέρισμα –μεζονέτα στον 37 όροφο στο City ή ένα παλιό νεοκλασικό στο Kensington δίπλα στο Green पार्क Αυτά βεβαίως συνέβαιναν μέχρι προχθές. Διότι, χθες, αφού μάζεψε όλα τα προσωπικά αντικείμενα του γραφείου του σε δύο κούτες, περίμενε σκεπτικός το ταξί για να τον πάει στο σπίτι του ή ίσως για να του πει «πάμε όπου θέλεις ταξιτζή. Ο φιλόδοξος νέος που μέχρι χθες γνωστοί και φίλοι τον θαύμαζαν ή τον φθονούσαν, για τη «λαμπρή σταδιοδρομία του», ατενίζει το αβέβαιο μέλλον του με ένα χαμένο βλέμμα. Αν ήταν ο μοναδικός απολυμένος τα πράγματα θα ήταν κάπως εύκολα. Το πρόβλημα είναι ότι μαζί του θα βγουν σύντομα στην πιάτσα για δουλειά δεκάδες χιλιάδες σαν κι αυτόν. Για πρώτη φορά, ίσως, στη ζωή του θα νιώσει αυτά που άκουγε, αν τα άκουσε ποτέ, για το τι σημαίνει να είσαι άνεργος. Την εποχή της παντοδυναμίας του, μόλις μάθαινε ότι μια εταιρεία αποφάσισε να απολύσει μερικές χιλιάδες εργαζόμενους, όπως π.χ. η Renault, συμβούλευε τους πελάτες του να επενδύσουν εκεί τα χρήματά τους. Ο νεαρός φιλόδοξος γιάπις κερδοσκοπούσε πάνω στον πόνο και στη δυστυχία άλλων. Η θεωρία του ήταν, πως, «με θέληση και σκληρή δουλειά μπορείς να επιτύχεις ότι θέλεις. Αποτυχημένοι είναι μόνο αυτοί που δεν έχουν φιλοδοξίες και στόχους και άνεργοι είναι έτσι κι αλλιώς μόνο οι τεμπέληδες, και στο κάτω-κάτώ αν είναι να έχουν όλες οι ανθρώπινες ζωές την ίδια αξία, τότε τι νόημα έχουν όλα αυτά που επιδιώκουμε για να μας ξεχωρίζουν από τους άλλους;». Η αλαζονεία σε όλο της το μεγαλείο, αυτά όμως είναι τα κριτήρια στην επιλογή τους σε αυτές τις θέσεις. Δικαίως, οι αρχαίοι ημών πρόγονοι θεωρούσαν την αλαζονεία συνώνυμη της ύβρεως, θεωρώντας ότι η ύβρις προκαλεί την οργή των θεών. Στο νεαρό αυτό γιάπι αφιερώνω λοιπόν τους παραπάνω στίχους του Μπέκετ με την ευχή, η αποτυχία αυτή να γίνει η αρχή για μια φυσιολογική ζωή με φιλοδοξία αλλά και με μέτρο, δίχως αλαζονεία. Διότι αυτά που ωριμάζουν τους ανθρώπους δεν είναι οι επιτυχίες αλλά οι αποτυχίες. Τον τελευταίο καιρό ζούμε στη χώρα μας πολλές παρόμοιες συμπεριφορές στην πολιτική και όχι μόνο, ανθρώπων που μέσα στον παροξυσμό της δύναμης από τον ξαφνικό πλούτο ένιωσαν σαν μικροί θεοί. Δυστυχώς, πολλοί δε μαθαίνουν ούτε από τις αποτυχίες τους.

Κυριακή 17 Αυγούστου 2008

Θερμοδυναμική Δίαιτα....


Aionios-Eternauta

Όπως όλοι ξέρουμε, μία θερμίδα απαιτείται για να θερμάνουμε 1 γραμμάριο νερό κατά έναν βαθμό C και μάλιστα από 21,5 σε 22,5 βαθμούς.
Δεν χρειάζεται να είναι κανείς διάνοια για να υπολογίσει ότι, ένας άνθρωπος, αν πιει ένα ποτήρι κρύο νερό, ας πούμε στους 0 βαθμούς, χρειάζεται περίπου 200 θερμίδες για να το θερμάνει κατά έναν βαθμό. Για να το φέρει στην θερμοκρασία του σώματός του, δηλαδή 37 βαθμούς, απαιτούνται 7.400 θερμίδες (200 γραμμ. επί 37 βαθμούς διαφορά θερμοκρασίας).
Αυτές τις θερμίδες αναγκάζεται να τις προσφέρει το σώμα, αφού η θερμοκρασία του σώματος πρέπει να μείνει σταθερή. Για να το πετύχει αυτό χρησιμοποιεί την μοναδική πηγή ενέργειας που διαθέτει, δηλαδή το σωματικό λίπος. Πρέπει λοιπόν να κάψει σωματικό λίπος, για να πετύχει την θέρμανση του νερού. Η θερμοδυναμική δεν απατάται.
Αν πιει κανείς ένα μεγάλο ποτήρι μπύρα (περίπου 400 γραμμ. στους 0 βαθμούς) χάνει 14.800 θερμίδες. Τώρα πρέπει να αφαιρέσουμε τις θερμίδες που κερδίζει κανείς από την μπύρα, περίπου 800 θερμίδες για 400 γραμμ. μπύρας. Παρατηρώντας το ισοζύγιο βλέπουμε ότι χάνει περίπου 14.000 θερμίδες με ένα κρύο ποτήρι μπύρα. Ασφαλώς η απώλεια είναι τόσο μεγαλύτερη όσο πιο κρύα είναι η μπύρα.
Αυτός ο τρόπος απώλειας θερμίδων είναι πολύ πιο αποτελεσματικός από το jogging ή από το να κάνει ποδήλατο, κατά τα οποία θα χάσει μόνο 1.000 θερμίδες την ώρα. Ακόμη και το σεξ, με 100 μόνο θερμίδες ανά οργασμό, είναι, εν συγκρίσει με την μπύρα, λιγότερο αποτελεσματικό.
Το να χάσουμε βάρος είναι πολύ απλό. Πρέπει απλά να πίνουμε μεγάλες ποσότητες κρύας μπύρας και η θερμοδυναμική θα αναλάβει τα υπόλοιπα. Ένα μειονέκτημα αυτής της δίαιτας είναι αν φάμε μια καυτή πίτσα, η οποία με την θερμική της ενέργεια θα μας τροφοδοτήσει ένα σωρό θερμίδες. Ο προσεκτικός αναγνώστης όμως θα έχει ήδη την λύση έτοιμη: θα πρέπει να εξισορροπήσουμε την καυτή πίτσα με αρκετή ποσότητα κρύας μπύρας!
Στην υγειά μας!!! ΓΙΑ ΤΗ ΣΙΛΟΥΕΤΑ........ ΡΕ ΓΑΜΩΤΟ!!!!!!!!!
Τώρα τι να πω άλλο....Αυτά διάβασα και τα βρήκα λογικά.Μετά έβαλα ένα μπουκάλι νερό στην κατάψυξη και περιμένω να δω το...θαύμα. Θα χαρώ να διαβάσω σχόλια σας. Τι λέτε; Ισχύει; Αν ναι θα σας πω πια είναι η "καλή αντιβίωση για τις αμυγδαλές...και από αυριο...όλοι & όλες...πιπίνια।
Καλά! τόσο απλό ήταν; Και εγώ γιατί έκανα δίαιτα μεταξύ..2 γευμάτων;

Τετάρτη 6 Αυγούστου 2008

Μια όμορφη Ιστορία.


Aionios-Eternauta



Μία πραγματικά όμορφη ιστορία
Θα πάρει μόλις 37 δευτερόλεπτα να το διαβάσεις και ίσως θα αλλάξεις τον τρόπο σκέψης σου.
Δύο άνδρες, και οι δύο σοβαρά άρρωστοι, έμεναν στο ίδιο δωμάτιο ενός νοσοκομείου।
Ο ένας άνδρας αφηνόταν να σηκωθεί όρθιος στο κρεβάτι του για μία ώρα κάθε απόγευμα για να κινητοποιηθούν τα υγρά από τα πνευμόνια του.
Το κρεβάτι του βρισκόταν δίπλα στο μοναδικό παράθυρο του δωματίου.Ο άλλος άνδρας έπρεπε να περνάει όλη την ώρα του ξαπλωμένος.Οι άνδρες μιλούσαν για ώρες αδιάκοπα. Μιλούσαν για τις γυναίκες τους και τις οικογένειές τους, τα σπίτια τους, τις δουλειές τους, τη θητεία τους στο στρατό, πού πήγαν διακοπές.Κάθε απόγευμα, όταν ο άνδρας δίπλα στο παράθυρο μπορούσε να σηκωθεί, περνούσε την ώρα του περιγράφοντας στον «συγκάτοικό» του όλα όσα μπορούσε να δει έξω από το παράθυρο.Ο άνδρας στο άλλο κρεβάτι άρχιζε να ζει για αυτές τις περιόδους μίας ώρας όπου μπορούσε να ανοιχτεί και να ζωογονηθεί ο δικός του κόσμος από όλη τη δραστηριότητα και χρώμα από τον κόσμο εκεί έξω.Το παράθυρο έβλεπε ένα πάρκο με μια όμορφη λιμνούλα.Πάπιες και κύκνοι έπαιζαν στα νερά ενώ παιδιά αρμένιζαν τα καραβάκια τους. Ερωτευμένοι νέοι περπατούσαν χέρι-χέρι ανάμεσα σε κάθε χρώματος λουλούδια και μια ωραία θέα του ορίζοντα της πόλης μπορούσε να ειδωθεί στο βάθος.Καθώς ο άνδρας στο παράθυρο περιέγραφε όλο αυτό με θεσπέσια λεπτομέρεια, ο άνδρας στο άλλο μέρος του δωματίου έκλεινε τα μάτια του και φανταζόταν αυτό το γραφικό σκηνικό.Ένα ζεστό απόγευμα, ο άνδρας στο παράθυρο περιέγραφε μία παρέλαση που περνούσε.Αν και ο άλλος άνδρας δεν μπορούσε να ακούσει τη φιλαρμονική - μπορούσε να τη δει στο μάτι του μυαλού του καθώς ο κύριος δίπλα στο παράθυρο το απεικόνιζε με παραστατικές λέξεις.Μέρες, βδομάδες και μήνες πέρασαν.Ένα πρωί, η πρωινή νοσοκόμα ήρθε να τους φέρει νερά για το μπάνιο τους μόνο για να δει το άψυχο σώμα του άνδρα δίπλα στο παράθυρο, ο οποίος πέθανε ειρηνικά στον ύπνο του.
Ξαφνιάστηκε και κάλεσε τους θεράποντες ιατρούς να πάρουν το νεκρό σώμα।Όταν θεωρήθηκε πρέπον, ο άλλος άνδρας ρώτησε αν θα μπορούσε να μεταφερθεί δίπλα στο παράθυρο। Η νοσοκόμα ευχαρίστως έκανε την αλλαγή, και εφ' όσον σιγουρεύτηκε ότι ο άνδρας αισθανόταν άνετα, τον άφησε μόνο।Σιγά, επώδυνα, στήριξε τον εαυτό του στον ένα του αγκώνα να δει για πρώτη φορά του τον έξω κόσμο।Πάσχισε να γείρει να δει έξω από το παράθυρο δίπλα στο κρεβάτι.Αντίκρισε ένα λευκό τοίχο.Ο άνδρας ρώτησε τη νοσοκόμα τι θα μπορούσε να ανάγκασε το συχωρεμένο συγκάτοικό του ο οποίος περιέγραφε τόσο έξοχα πράγματα έξω από το παράθυρο.Η νοσοκόμα αποκρίθηκε πως ο άνδρας ήταν τυφλός και δεν μπορούσε να δει ούτε τον τοίχο.Πρόσθεσε, 'Ίσως ήθελε απλά να σου δώσει θάρρος.' Επίλογος:Υπάρχει πελώρια ευτυχία στο να κάνεις τους άλλους ευτυχισμένους, παρά τις δική μας κατάσταση.Μοιρασμένη λύπη είναι μισή λύπη, αλλά η ευτυχία, όταν μοιράζεται, διπλασιάζεται.Αν θες να νιώθεις πλούσιος, απλά μέτρα όλα τα πράγματα που έχεις τα οποία δεν αγοράζονται με χρήματα."Το σήμερα είναι ένα δώρο, γι' αυτό αποκαλείται "Το παρόν."

Κυριακή 4 Μαΐου 2008

"Ο ΒΟΜΒΟΣ ΤΗΣ ΓΗΣ"


Aionios-Eternauta.Μάης 08.
Κάτι που περνάει απαρατήρητο, κάτι που χάνεται ανάμεσα στις έγνοιες, τους λογαριασμούς του ηλεκτρικού, τον μισθό που μας μέτρησαν στην παλάμη λειψό και τις μικρές καθημερινές ανάσες του έρωτα και του θανάτου. Δεν είχαμε ιδέα πως η γη μας βγάζει ένα σιγανό μουρμουρητό, πως τραγουδάει ακόμη κάτω από το βάρος μας, χωρίς βοήθεια από καμιά μπαταρία, κανένα μηχανισμό, ένα τραγούδι αιθέριο και μαγικό που μπορεί να μας αλλάξει τον τρόπο που βλέπουμε τα πάντα κάνοντας μας να αγαπήσουμε τη Μάνα μας Γη.
Οι επιστήμονες λένε πως κατάφεραν να καταγράψουν αυτό τον υπόκωφο ψιθυρισμό που βγάζει ο πλανήτης, γράφει ο Μαρκ Μόρφορντ στην εφημερίδα Σαν Φραντσίσκο Κρόνικλ. Δεν είναι μια κακοφωνία, αλλά ένα παράξενο τραγούδι που κανείς δεν μπορεί να ξεδιαλύνει τους στίχους του, τόσο χαμηλόφωνο που ξεφεύγεις από τα ανθρώπινα αυτιά, χθόνιοι ψίθυροι που κελαρύζουν στα νερά, τους ανέμους και τα βράχια, αναρίθμητες νότες που κατρακυλούν απ` τα βουνά, που στριφογυρίζουν στις θάλασσες, που ξετρυπούν τις τεκτονικές πλάκες και γαργαρίζουν στο μάγμα.
Ανατριχιάζουν τα σύννεφα και ξεχτενίζουν τα δένδρα κάνουν τον ανθρώπινο θώρακα να αντηχεί όπως η γάστρα σ` ένα τρυφερό λαγούτο. Οι επιστήμονες δεν μπορούν να καταλάβουν τι και πως προκαλεί αυτό το αιώνιο τραγούδι. Είναι, λένε, « ο Βόμβος της Γης ».
Ίσως η γη να μην είναι παρά ένα πελώριο ποτήρι γεμάτο κρασί, που ο Διόνυσος ανακατεύει κάθε τόσο το περιεχόμενο του με το δάκτυλο. Έτσι βγάζει αυτές τις μελίρρυτες νότες που κάνουν τις νύμφες και τα ξωτικά να χορεύουν, τους σάτυρους να έρχονται σε οργασμό και τους θεούς να σιγομουρμουρίζουν κοιτάζοντας από ψηλά επτά δισεκατομμύρια ανθρώπινα μυρμήγκια να πιλαλούν από δω και απ` εκεί παραζαλισμένα από τα πάθη και τα μίση τους. Η αλήθεια είναι πως όλοι οι πλανήτες, όλα τα άστρα και τα φεγγάρια και οι στριφογυριστοί γαλαξίες βγάζουν ένα τέτοιο μουρμουρητό σαν μια χορωδία από μακρινές θεότητες που τραγουδούν τραγουδάκια αρμενίζοντας πάνω σε μια σκοτεινή θάλασσα από μαύρες τρύπες. Μέχρι τώρα μονάχα οι ποιητές μπορούσαν να ακούσουν αυτό το προαιώνιο τραγούδι (musica universalis), που αντηχούσε πάντα μέσα στα κύτταρα και τα οστά των ανθρώπων και τα ξανάφερνε στην πρώτη αρχή, στις δονήσεις της γης και τον σφυγμό του κόσμου. Σίγουρα, κάποτε οι επιστήμονες θα το ξεδιαλύνουν. Με την τυπική μέθοδο τους και την αλαζονική βεβαιότητα τους, θα κοσκινίσουν και θα μετρήσουν τις νότες της γης και θα μας πουν πως προέρχονται από τον κυματισμό των θαλασσών ή από τους ηλιακούς ανέμους ή από δέκα δισεκατομμύρια δέντρα που αποφάσισαν να ψηλώσουν μισό πόντο όλα μαζί. Θα «εξηγήσουν» αυτό το φαινόμενο και θα το κατατάξουν σε μια κατηγορία. Και ύστερα θα το ξεχάσουν.Το τραγούδι όμως θα συνεχίσει το σκοπό του, σε ένα ρυθμό βαθύ, αρχέγονο, αιώνιο. Και εμείς μαζί του. Αν στήσουμε αυτί, ίσως σε τούτη την πρωτομαγιάτικη εξοχή σταθούμε αρκετά τυχεροί και το ακούσουμε. Ρούσος Βρανάς

Κυριακή 6 Απριλίου 2008

ΚΕΙΜΕΝΟ ΠΑΙΔΙΟΥ ΠΟΥ ΝΟΣΗΛΕΥΤΗΚΕ ΣΕ ΟΓΚΟΛΟΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ.



Ησουν τα αυτιά μου και τα μάτια μου…. Άκουγες όσα εγώ άκουγα και έβλεπες αυτά που κοίταζα εγώ. Όλες τις ώρες εκείνες που περνούσα με φόντο το ταβάνι, ήσουν εσύ που τις διέκοπτες κάθε τόσο για να δεις αν είχε τελειώσει ο ορός, να δεις αν είναι όλα καθαρά και ταχτοποιημένα, να δεις αν και μεγάλοι ήμασταν «εντάξει». Εσύ ήσουν πάντα πίσω από κάποια πόρτα ή μέσα στο εξεταστήριο, πάντα ήσουν εκεί, συννεφιασμένη με την αρρώστια μου αλλά δικός μου σύμμαχος, άνθρωπος δικός μου χωρίς να χρειαστεί να με πείσεις με λέξεις…Πάντα εκεί να με φροντίζεις, πάντα εκεί να σε αναζητώ. Να μου φωνάζεις για να σηκωθώ να κάνω μια βόλτα , να σε φωνάξω να σου πω πως πονάω. Να με πείσεις να κάνω ότι « έπρεπε» όταν περίμενα το πόρισμα για όλα. Πίσω από κάθε πόρτα ήξερα ότι ήσουν πάντα εσύ. Και δεν κρυβόσουν, ποτέ δεν το έκανες. Εσύ στον 2ο όροφο, εσύ στον 5ο , εσύ δίπλα μου। Μπαινόβγαινες με τόση ευκολία σε τόσες πόρτες που δεν μπορεί…πίσω από κάθε πόρτα ήσουν πάντα εσύ. Να μου πεις, να μου εξηγήσεις, να μου μάθεις να καταπίνω τα χάπια , να μου βρεις φλέβα γιατί δεν είχα που δεν είχα, έσπαζαν κιόλας. Εσύ ήσουν το φιλαράκι μου । Μπορούσες να μου φωνάξεις και να σου φωνάξω। Δεν είχες γραφείο και ώρες επίσκεψης. Ήσουν παντού όπου ήμουν και εγώ. Και με τόση πολύ «συγκατοίκηση» με έμαθες καλά. Τι μου αρέσει τι δεν θέλω, τις χαρές μου, τις αναποδιές μου, τις ιδιοτροπίες μου. Ήσουν ο καλός «μεσολαβητής» μου, ο διερμηνέας ανάμεσα σε μένα και τη «λευχαιμία μου». Ανάμεσα στους ορούς, στις βρυσούλες και σε μένα. Εμένα που δεν ήξερα τίποτα αλλά μου άνοιξες σιγά – σιγά την κουρτίνα για να δω το «έργο», μην ταραχτώ, πάντα κρατούσε σφιχτά το χέρι μου, πάντα στη διπλανή θέση μ` εμένα. Και ότι και αν έλεγαν οι άλλοι, όποια απόφαση και να έβγαινε, εμείς καταλήγαμε πάντα μαζί – είτε σε ένα εξεταστήριο είτε σ ένα δωμάτιο. Εγώ ξάπλα και εσύ σκυμμένη από πάνω, με την έγνοια να με φροντίσεις, μόνο εμένα, μόνο εμένα. Για λίγο ήμουν το επίκεντρο του δικού σου σύμπαντος. Να τσεκάρεις τον ορό μου, να δεις τη θερμοκρασία μου, να «βολιδοσκοπήσεις» τη διάθεση μου. Κάθε μέρα, όποτε χρειαζόταν, αδιαλείπτως… Χωρίς διπλώματα και περγαμηνές, «υπολόγιζες» κάθε πρωί τον αιματοκρίτη, λευκά και αιμοπετάλια, με μεγάλη ακρίβεια. Και πάντα εσύ που κάθε λίγο και λιγάκι με ακουμπούσες για να βρεις φλέβα και κάπως έτσι ακούμπησες και τη φλέβα της ψυχής μου. Χωρίς εσένα θάταν όλα διαφορετικά. Κομίσαμε μαζί τη νόσο μου, «κουβαλήσαμε παρέα» αυτό το βάρος. Σ` ευχαριστώ γι` αυτό από τα βάθη της καρδιάς μου και σε παρακαλώ συνέχισε να «τριγυρνάς» στα μέρη μας, πίσω απ` αυτές τις πόρτες, μέσα σε αυτά τα δωμάτια. Σε περιμένουν και άλλα ζευγάρια μάτια.Η παρουσία σου εκεί είναι πολύτιμη…ΓΙΑ ΝΑ ΜΗ ΝΙΩΣΟΥΝ ΠΟΤΕ ΜΟΝΑ .
(Κείμενο παιδιού που νοσηλεύτηκε σε Ογκολογικό Τμήμα για τη Νοσηλεύτρια του…)
Για την αντιγραφή Aionios-Eternauta, με μια απίστευτη πίκρα αν συγκρίνω την ποιότητα του παιδιού, τον αλτρουισμό αυτών που ασχολούνται με τον πόνο και τον θάνατο καθημερινά για λίγα ευρώ και την εικόνα της ευδαιμονίας των παχυλών μισθών των "πρωινάδικων" , ή των νεόπλουτων της Ελληνικής...χλωρίδας & πανίδας. Πραγματικά Νιώθω άσχημα...

Δευτέρα 24 Μαρτίου 2008

Αν ο Θεός ξεχνούσε ....


Aionios - Eternauta...
Αν ο Θεός ξεχνούσε για μια στιγμή ότι είμαι μαριονέτα φτιαγμένη από κουρέλια και μου χάριζε ένα κομμάτι ζωή, ίσως δε θα έλεγα όλα αυτά που σκέφτομαι, αλλά σίγουρα θα σκεφτόμουν όλα αυτά που λέω εδώ.
Θα έδινα αξία στα πράγματα, όχι γι' αυτά που αξίζουν αλλά γι' αυτά που σημαίνουν.
Θα κοιμόμουν λίγο, θα ονειρευόμουν πολύ, γιατί κάθε λεπτό που κλείνουμε τα μάτια χάνουμε 60 δευτερόλεπτα φωτός.
Θα συνέχιζα όταν οι άλλοι σταματούσαν, θα ξυπνούσα όταν οι άλλοι κοιμούνταν, θα άκουγα όταν οι άλλοι μιλούσαν!
Αν ο Θεός μου δώριζε ένα κομμάτι ζωή, θα ντυνόμουν λιτά, θα ξάπλωνα μπρούμυτα στον ήλιο, αφήνοντας ακάλυπτο όχι μόνο το σώμα αλλά και τη ψυχή μου.
Αν μπορούσα, θα έγραφα το μίσος μου πάνω στον πάγο και θα περίμενα να βγει ο ήλιος, θα ζωγράφιζα με ένα όνειρο του Βαν Γκογκ πάνω στα άστρα, ένα ποίημα του Μπενεντέτι και ένα τραγούδι του Σεράτ θα ήταν η σερανάτα που θα χάριζα στη σελήνη, θα πότιζα με τα δάκρυά μου τα τριαντάφυλλα για να νιώσω τον πόνο από τα αγκάθια τους και το κοκκινωπό φιλί των πετάλων τους.
Αν είχα ένα κομμάτι ζωή...δε θα άφηνα να περάσει ούτε μια μέρα χωρίς να πω στους ανθρώπους που αγαπώ.... "ότι τους αγαπώ"
Θα έκανα κάθε άντρα και γυναίκα να πιστέψουν ότι είναι αγαπητοί μου και θα ζούσα ερωτευμένος με τον έρωτα.
Στους ανθρώπους θα έδειχνα πόσο λάθος κάνουν να νομίζουν ότι παύουν να ερωτεύονται όταν γερνούν, χωρίς να καταλαβαίνουν ότι γερνούν αν πάψουν να ερωτεύονται.
Στο μικρό παιδί θα έδινα φτερά, αλλά θα το άφηνα να μάθει μόνο του να πετάει.
Στους ηλικιωμένους θα έδειχνα ότι τον θάνατο δεν τον φέρνουν τα γηρατειά αλλά η λήθη.
Έμαθα τόσα πράγματα από τους ανθρώπους..
Έμαθα πως όλοι θέλουν να ζήσουν στην κορυφή του βουνού, χωρίς να γνωρίζουν ότι η αληθινή ευτυχία βρίσκεται στον τρόπο που κατεβαίνεις την απότομη πλαγιά.
Έμαθα πως όταν το νεογέννητο σφίγγει στη μικρή παλάμη του, για πρώτη φορά, το δάχτυλο του πατέρα του, το αιχμαλωτίζει για πάντα.
Έμαθα πως ο άνθρωπος δικαιούται να κοιτά τον άλλον από ψηλά μόνο όταν πρέπει να τον βοηθήσει να σηκωθεί.
Είναι τόσα πολλά τα πράγματα που μπόρεσα να μάθω από εσάς, αλλά δε θα χρησιμεύσουν αλήθεια πολύ, γιατί όταν θα με κρατούν κλεισμένο μέσα σ' αυτή τη βαλίτσα, δυστυχώς θα πεθαίνω.
Να λες πάντα αυτό που νιώθεις και να κάνεις πάντα αυτό που σκέφτεσαι.
Αν ήξερα ότι σήμερα θα ήταν η τελευταία φορά που θα σ 'έβλεπα να κοιμάσαι, θα σ' αγκάλιαζα σφιχτά και θα προσευχόμουν στον Κύριο για να μπορέσω να γίνω ο φύλακας της ψυχής σου.
Αν ήξερα ότι αυτή θα ήταν η τελευταία φορά που θα σ' έβλεπα να βγαίνεις από την πόρτα, θα σ' αγκάλιαζα και θα σου έδινα ένα φιλί και θα σε φώναζα ξανά να σου δώσω κι άλλα.
Αν ήξερα ότι αυτή θα ήταν η τελευταία φορά που θα άκουγα τη φωνή σου, θα ηχογραφούσα κάθε σου λέξη για να μπορώ να τις ακούω ξανά και ξανά.
Αν ήξερα ότι αυτές θα ήταν οι τελευταίες στιγμές που θα σ' έβλεπα θα έλεγα σ' αγαπώ και δε θα υπέθετα ανόητα ότι το ξέρεις ήδη.
Υπάρχει πάντα ένα αύριο και η ζωή μας δίνει κι άλλες ευκαιρίες για να κάνουμε τα πράγματα όπως πρέπει, αλλά σε περίπτωση που κάνω λάθος και μας μένει μόνο το σήμερα, θα θελα να σου πω πόσο σ' αγαπώ και ότι ποτέ δε θα σε ξεχάσω.
Το αύριο δεν το έχει εξασφαλίσει κανείς, είτε νέος είτε γέρος. Σήμερα μπορεί να είναι η τελευταία φορά που βλέπεις τους ανθρώπους που αγαπάς γι' αυτό μην περιμένεις άλλο, κάν' το σήμερα, γιατί αν το αύριο δεν έρθει ποτέ, θα μετανιώσεις σίγουρα για τη μέρα που δε βρήκες χρόνο για ένα χαμόγελο, μια αγκαλιά, ένα φιλί και ήσουν απασχολημένος για να κάνεις πράξη μια τελευταία τους επιθυμία.
Κράτα αυτούς που αγαπάς κοντά σου, πες τους ψιθυριστά πόσο πολύ τους χρειάζεσαι, αγάπα τους και φέρσου τους καλά, βρες χρόνο για να τους πεις «συγγνώμη», «συγχώρεσέ με», «σε παρακαλώ», «ευχαριστώ» κι όλα τα λόγια αγάπης που ξέρεις. Κανείς δε θα σε θυμάται για τις κρυφές σου σκέψεις.
Ζήτα από το Σύμπαν τη δύναμη και τη σοφία για να τις εκφράσεις. Δείξε στους φίλους σου τι σημαίνουν για σένα. Αν δεν το κάνεις σήμερα, θα είναι όπως χθες και αν δεν το κάνεις ποτέ δεν πειράζει.
Ξεκίνα να κάνεις πράξη τα όνειρά σου. Τώρα είναι η ώρα…
"Αφιερωμένο στην Άννα - Μαρία που της έδωσα φτερά αλλά θα φοβάμαι πάντα μην τα λυώσει ο ήλιος στο δικό της πέταγμα προς την ελευθερία σαν τον Ίκαρο",
"Αφιερωμένο στην Κατερίνα που ξέρει καλά πως οι άνθρωποι πεθαίνουν μοναχά όταν τους ξεχάσουμε"... και αυτή δεν θα ξεχαστεί ποτέ.
"Αφιερωμένο σε ένα μικρό αρκουδάκι που γεννήθηκε το 2004 , ίσως το λεγαν Αρκτούρο. Μάλλον δε θα βρεθεί κάποιος να του πει πως του το αφιέρωσα.Εύχομαι να ζει πάντα,όπως θα ζει μέσα μου, μέσα από το βλέμμα της σιωπής....

Σάββατο 22 Μαρτίου 2008

Ενα παραμύθι για την αγάπη....


Aionios-Eternauta
Αν υπάρχει κάτι που πραγματικά πιστεύω είναι πως "τίποτα δε γίνεται τυχαία".
Η ρότα του Ωρίωνα μ` έβαλε σε καλό δρόμο. Σιγά-σιγά θα σας γράφω τις εντυπώσεις και τα αισθήματα από το ταξίδι μου.
Σήμερα ένα παραμύθι. Μαγικό! Ένα παραμυθάκι... για την αγάπη!!!

-Mιά φορά κι ένα καιρό, υπήρχε ένα νησί στο οποίο ζούσαν όλα τα συναισθήματα. Εκεί ζούσαν η Ευτυχία, η Λύπη, η Γνώση, η Αγάπη και όλα τα άλλα συναισθήματα. Μια μέρα έμαθαν ότι το νησί τους θα βούλιαζε και έτσι όλοι επισκεύασαν τις βάρκες τους και άρχισαν να φεύγουν. Η Αγάπη ήταν η μόνη που έμεινε πίσω. Ήθελε να αντέξει μέχρι την τελευταία στιγμή. Όταν το νησί άρχισε να βυθίζεται, η Αγάπη αποφάσισε να ζητήσει βοήθεια. Βλέπει τον Πλούτο που περνούσε με μια λαμπρή θαλαμηγό. Η Αγάπη τον ρωτάει : «Πλούτε μπορείς να με πάρεις μαζί σου;» «Όχι, δεν μπορώ» απάντησε ο πλούτος। «Έχω ασήμι και χρυσάφι στο σκάφος μου και δεν υπάρχει χώρος για σένα». Η Αγάπη τότε αποφάσισε να ζητήσει βοήθεια από την Αλαζονεία που επίσης περνούσε από μπροστά της σε ένα πανέμορφο σκάφος. «Σε παρακαλώ βοήθησέ με» είπε η Αγάπη. «Δεν μπορώ να σε βοηθήσω Αγάπη. Είσαι μούσκεμα και θα μου χαλάσεις το όμορφο σκάφος μου» της απάντησε η Αλαζονεία. Η Λύπη ήταν πιο πέρα και έτσι η Αγάπη αποφάσισε να ζητήσει από αυτήν βοήθεια. «Λύπη άφησέ με να έρθω μαζί σου» «Ω Αγάπη, είμαι τόσο λυπημένη που θέλω να μείνω μόνη μου» είπε η Λύπη. Η Ευτυχία πέρασε μπροστά από την Αγάπη αλλά και αυτή δεν της έδωσε σημασία. Ήταν τόσο ευτυχισμένη, που ούτε καν άκουσε την Αγάπη να ζητά βοήθεια. Ξαφνικά ακούστηκε μια φωνή. «Αγάπη, έλα προς εδώ. Θα σε πάρω εγώ μαζί μου». Ήταν ένας πολύ ηλικιωμένος κύριος που η Αγάπη δεν γνώριζε, αλλά ήταν γεμάτη από τέτοια ευγνωμοσύνη, που ξέχασε να ρωτήσει το όνομά του. Όταν έφτασαν στην στεριά ο κύριος έφυγε και πήγε στο δρόμο του. Η Αγάπη γνωρίζοντας πόσα χρωστούσε στον κύριο που τη βοήθησε, ρώτησε τη Γνώση: «Γνώση, ποιός με βοήθησε;» «Ο Χρόνος» της απάντησε η Γνώση. «Ο Χρόνος;» ρώτησε η Αγάπη. «Γιατί με βοήθησε ο Χρόνος;» Τότε η Γνώση χαμογέλασε και με βαθιά σοφία της είπε: «Μόνο ο Χρόνος μπορεί να καταλάβει πόσο μεγάλη σημασία έχει η Αγάπη».












Τετάρτη 19 Μαρτίου 2008

Γιατί ΟΧΙ;;;;;;

Aionios-Eternauta


Μια φορά κι έναν καιρό, υπήρχε μια πολύ άσχημη πόλη. Βία, εγκλήματα, κυκλοφοριακό, ατυχήματα, ναρκωτικά, βρωμιά και γκρίζοι δυστυχισμένοι πολίτες. Και δεν ήταν καμιά μικρή πόλη, είχε έξι εκατομμύρια κατοίκους που είχαν παραδοθεί εντελώς στην μαυρίλα. Ένα πρωί, ο διευθυντής του Πανεπιστημίου της πόλης που ήταν μαθηματικός και φιλόσοφος, εκεί που πήγαινε στη δουλειά του και βλέποντας την κατάντια της πόλης του, πήρε μια πολύ κουφή απόφαση. Δήλωσε την παραίτησή του στο Πανεπιστήμιο, λέγοντας πως ήθελε να διευρύνει την διδασκαλία του και στα έξι εκατομμύρια κατοίκους. Στους μαθητές του στο Πανεπιστήμιο, ο καθηγητής αυτός ήταν γνωστός για τους περίεργους τρόπους διδασκαλίας του. Για παράδειγμα, μια φορά που επικρατούσε χάβρα στο μάθημα, κατάφερε να επαναφέρει την τάξη κατεβάζοντας τα βρακιά του. Γενικά δηλαδή, εφεύρισκε αστείους και εντελώς ανορθόδοξους τρόπους για να πετυχαίνει το σκοπό του και περιέργως, πάντα τα κατάφερνε.
Για την προεκλογική καμπάνια του λοιπόν, φόρεσε μια στολή σούπερμαν, αυτοχρίστηκε 'υπερπολίτης' και αμολύθηκε στους δρόμους βάζοντας ταυτόχρονα υποψηφιότητα για δήμαρχος. Έφερε πολύ γέλιο στον κόσμο αλλά επειδή όπως έλεγαν, είχε αρκετά ειλικρινή φάτσα, τον ψήφισαν. Ο καινούργιος δήμαρχος όμως δεν είχε καμία σχέση με τους προηγούμενους. Η πρώτη του κίνηση ήταν να προσλάβει 20 μίμους και να τους σκορπίσει στους δρόμους της πόλης. Η δουλειά τους ήταν να χλευάζουν όσους παραβίαζαν τον κώδικα οδικής κυκλοφορίας. Σιγά, θα μου πείτε. Οι πολίτες όμως (που εννοείται στα τέτοια τους οι κανόνες οδικής συμπεριφοράς), άρχισαν να συμμορφώνονται γιατί αποδείχτηκε πως τους πείραζε πολύ περισσότερο η δημόσια κοροιδία, παρά τα πρόστιμα. Αμέσως μετά, βγήκε σε διάφορες τηλεοπτικές εκπομπές και έκανε ντους κατατσίτσιδος live, κλείνοντας την παροχή νερού ενώ σαπουνιζόταν, για να δείξει στους πολίτες πώς μπορούν να εξοικονομούν νερό. Και βουαλά! Η κατανάλωση νερού αμέσως έπεσε.

Όρισε Ημέρα Γυναίκας όπου οι άντρες θα φρόντιζαν τα παιδιά και οι γυναίκες θα έβγαιναν βόλτα στην πόλη. Αυτό, ήταν ανήκουστο γιατί η συγκεκριμένη πόλη ήταν πολύ επικίνδυνο μέρος τα βράδια, ενώ οι γυναίκες δεν έβγαιναν βόλτες σχεδόν ποτέ ως τότε. 700.000 γυναίκες γέμισαν τους δρόμους πανηγυρίζοντας ενώ ακόμη και o αρχηγός της αστυνομίας ήταν γυναίκα εκείνο το βράδι. Το καλύτερο; Μοίρασε στους πολίτες ταμπέλες με thumbs up και thumbs down για να επιδοκιμάζουν ή να αποδοκιμάζουν δημόσια τις πράξεις των συμπολιτών τους. Πράγμα φυσικά που δεν έχασαν την ευκαιρία να το ξεφτιλίσουν δεόντως αλλά όλως περιέργως, ειρηνικά. Το ομαδικό κράξιμο ήταν ό,τι έπρεπε τελικά.
Γενικώς σκαρφιζόταν αστείες ή περίεργες καμπάνιες για κάθε τί που ήθελε να πετύχει, όπως όταν ζήτησε να του τηλεφωνήσει (στο προσωπικό του γραφείο μάλιστα) όποιος πολίτης συναντούσε έστω κι έναν υποδειγματικό ταξιτζή. Σύντομα, 150 τηλεφωνήματα συντέλεσαν στο να δημιουργηθεί ομάδα ταξιτζίδων που ο δήμαρχος ονόμασε Ιππότες της Ζέβρας (αχαχχχ) και είχαν την προσωπική του υποστήριξη. Ίδρυσε επίσης ταμείο εθελοντικών φόρων για όσους ήθελαν να δώσουν παραπάνω χρήματα (!) στο δημοτικό ταμείο. Φυσικά και μάζεψε χρήματα. Τέλος, προσπαθώντας να δείξει πόσο σημαντική είναι η ανθρώπινη ζωή, ζωγράφισε αστέρια σε κάθε σημείο θανάτου από τροχαίο στην πόλη, πράγμα εξαιρετικά έξυπνο γιατί το αποτέλεσμα ήταν πανέμορφο αλλά και ιδιαίτερα σοκαριστικό.
Όχι, δεν είναι παραμύθι. Πρόκειται για τον Κολομβιανό Antanas Mockus, τον δήμαρχο της Μποκοτά το 1993। Μετά το πέρας της θητείας του, ο παράξενος αυτός δήμαρχος, ξεκίνησε διαλέξεις αναλύοντας τα συμπεράσματά του από το κοινωνικό του πείραμα. Ένα από τα συμπεράσματά του είναι πως η γνώση δίνει δύναμη αρκεί να καταφέρεις να τη μεταδώσεις μέσω της τέχνης, του χιούμορ και της δημιουργικότητας. Μόνο έτσι οι άνθρωποι αποδέχονται τις αλλαγές.


Σάββατο 23 Φεβρουαρίου 2008


Aionios-Eternauta




Σαν τι τάχατες περίμενες;
Μια ουτοπία τυλιγμένη στο χρυσόχαρτο
Φτηνιάρικης συσκευασίας.
Μια προσδοκία ανυποψίαστη για το θανατικό
Έμοιαζε λες, στη γεύση με νέκταρ των Θεών
Καθώς στην παραζάλη τους
Έφτιαχναν κόσμους από χαρτί κι αλάτι
Ποδοπατώντας τους γελώντας, γκρεμίζοντας τους.
Σαν τι τάχατες περίμενες;
Όταν στην αγωνία σου, αν πράγματι υπάρχεις
λογίκεψες τις μοίρες να πάψουν, να σωπάσουν
λες και ήθελες να ακούσεις, να αφουγκραστείς
Κείνο το πνιχτό γέλιο της νύχτας
που δεν ήξερες αν ήταν γιατί σ` αγκάλιαζε από ευτυχία
Ή αν πάλι γιατί σε παράσερνε
στο σκοτεινό γκρεμό της ανυπαρξίας της.
Σαν τι τάχατες περίμενες;
Ονειροπόλε ηλίθιε και αδέξιε χειριστή
της μηχανής του πεπρωμένου σου,
Αφού άλλοι σου ρυθμίζουν όνειρα και εφιάλτες.
Γρανάζι εσύα περίσσιο γιατί θέλησες
Τα πράγματα να αλλάξεις και τη διαδρομή;
Σαν τι τάχατες να περίμενες;
Και αν τη ζωή μου ολάκερη κομμάτιασα
Τροφή στα σκληρά σαγόνια του πλήθους,
Μην ανησυχείς.
Κείνο το ελάχιστο μόριο του μυαλού μου...
Που είχε.. αγάπη.. μόνο αγάπη..
Σκληρό αμάσητο θα μείνει και θα το φτύσουν.
Σαν τι τάχατες να περίμενες…

Κυριακή 17 Φεβρουαρίου 2008

Η τύχη να μεγαλώσεις σαν παιδί...




Aionios-Eternauta

Αφιερωμένο σε όσους γεννήθηκαν πριν το 1985 H αλήθεια είναι ότι δεν ξέρω πώς καταφέραμε να επιβιώσουμε... Ήμαστε μια γενιά σε αναμονή: περάσαμε την παιδική μας ηλικία περιμένοντας. Έπρεπε ναπεριμένουμε δύο ώρες μετά το φαγητό πριν κολυμπήσουμε, δύο ώρες μεσημεριανό ύπνο για να ξεκουραστούμε και τις Κυριακές έπρεπε να μείνουμε νηστικοί όλο το πρωί για να κοινωνήσουμε. Ακόμα και οι πόνοι περνούσαν με τηναναμονή. Κοιτάζοντας πίσω, είναι δύσκολο να πιστέψουμε ότι είμαστε ακόμα ζωντανοί. Εμείς ταξιδεύαμε σε αυτοκίνητα χωρίς ζώνες ασφαλείας και αερόσακους. Κάναμε ταξίδια 10 και 12 ωρών, πέντε άτομα σε ένα Φιατάκι και δεν υποφέραμεαπό το «σύνδρομο της τουριστικής θέσης». Δεν είχαμε πόρτες, παράθυρα, ντουλάπια και μπουκάλια φαρμάκων ασφαλείας για τα παιδιά. Ανεβαίναμε στα ποδήλατα χωρίς κράνη και προστατευτικά, κάναμε ωτο-στοπ, καβαλάγαμε μοτοσικλέτες χωρίς δίπλωμα. Οι κούνιες ήταν φτιαγμένα από μέταλλο και είχαν κοφτερές γωνίες. Ακόμα και τα παιχνίδια μας ήταν βίαια. Περνάγαμε ώρες κατασκευάζοντας αυτοσχέδια αυτοκίνητα για να κάνουμε κόντρες κατρακυλώντας σε κάποια κατηφόρα και μόνο τότε ανακαλύπταμε ότι είχαμε ξεχάσει να βάλουμε φρένα. Παίζαμε «μακριά γαϊδούρα» και κανείς μας δεν έπαθε κήλη ή εξάρθρωση. Βγαίναμε από το σπίτι τρέχοντας το πρωί, παίζαμε όλη τη μέρα και δεν γυρνούσαμε στο σπίτι παρά μόνο αφού είχαν ανάψει τα φώτα στους δρόμους. Κανείς δεν μπορούσε να μάς βρει. Τότε δεν υπήρχαν κινητά. Σπάγαμε τα κοκάλα και τα δόντια μας και δεν υπήρχε κανένας νόμος για να τιμωρήσει τους «υπεύθυνους» . Ανοίγανε κεφάλια όταν παίζαμε πόλεμο με πέτρες και ξύλα και δεν έτρεχε τίποτα. Ήταν κάτι συνηθισμένο για παιδιά και όλα θεραπεύονταν με λίγο ιώδιο ή μερικά ράμματα. Δεν υπήρχε κάποιος να κατηγορήσεις παρά μόνο ο εαυτός σου. Είχαμε καυγάδες και κάναμε καζούρα ο ένας στον άλλος και μάθαμε να το ξεπερνάμε. Τρώγαμε γλυκά και πίναμε αναψυκτικά, αλλά δεν ήμασταν παχύσαρκοι. Ίσως κάποιος από εμάς να ήταν χοντρός και αυτό ήταν όλο. Μοιραζόμασταν μπουκάλια νερό ή αναψυκτικά ή οποιοδήποτε ποτό και κανένας μας δεν έπαθε τίποτα.Καμιά φορά κολλάγαμε ψείρες στο σχολείο και οι μητέρες μας το αντιμετώπιζαν πλένοντάς μας το κεφάλι με ζεστό ξύδι. Δεν είχαμε Playstations, Nintendo 64, 99 τηλεοπτικά κανάλια,βιντεοταινίες με ήχο surround, υπολογιστές ή Ιnternet. Εμείς είχαμε φίλους. Κανονίζαμε να βγούμε μαζί τους και βγαίναμε. Καμιά φορά δεν κανονίζαμε τίποτα, απλά βγαίναμε στο δρόμο και εκεί συναντιόμασταν για να παίξουμε κυνηγητό,κρυφτό, αμπάριζα... μέχρι εκεί έφτανε η τεχνολογία. Περνούσαμε τη μέρα μας έξω, τρέχοντας και παίζοντας. Φτιάχναμε παιχνίδια μόνοι μας από ξύλα. Χάσαμε χιλιάδες μπάλλες ποδοσφαίρου. Πίναμε νερό κατευθείαν από τη βρύση, όχι εμφιαλωμένο, και κάποιοι έβαζαν τα χείλη τους πάνω στη βρύση. Κυνηγούσαμε σαύρες και πουλιά με αεροβόλα στην εξοχή, παρά το ότι ήμασταν ανήλικοι και δεν υπήρχαν ενήλικοι για να μας επιβλέπουν. Θεέ μου! Πηγαίναμε με το ποδήλατο ή περπατώντας μέχρι τα σπίτια των φίλων και τους φωνάζαμε από την πόρτα. Φανταστείτε το! Χωρίς να ζητήσουμε άδεια από τους γονείς μας, ολομόναχοι εκεί έξω στο σκληρό αυτό κόσμο! Χωρίς κανέναν υπεύθυνο! Πώς τα καταφέραμε; Στα σχολικά παιχνίδια συμμετείχαν όλοι και όσοι δεν έπαιρναν μέρος έπρεπε να συμβιβαστούν με την απογοήτευση. Κάποιοι δεν ήταν τόσο καλοί μαθητές όσο άλλοι και έπρεπε να μείνουν στην ίδια τάξη. Δεν υπήρχαν ειδικά τεστ για να περάσουν όλοι. Τι φρίκη! Κάναμε διακοπές τρεις μήνες τα καλοκαίρια και περνούσαμε ατέλειωτες ώρες στην παραλία χωρίς αντιηλιακή κρέμα με δείκτη προστασίας 30 και χωρίς μαθήματα ιστιοπλοΐας, τένις ή γκολφ. Φτιάχναμε όμως φανταστικά κάστρα στην άμμο και ψαρεύαμε με ένα αγκίστρι και μια πετονιά. Ρίχναμε τα κορίτσια κυνηγώντας τα για να τους βάλουμε χέρι, όχι πιάνοντας κουβέντα σε κάποιο chat room και γράφοντας ; ) : D : P Είχαμε ελευθερία, αποτυχία, επιτυχία και υπευθυνότητα και μέσα από όλα αυτά μάθαμε και ωριμάσαμε. Δεν θα πρέπει να μάς παραξενεύει που τα σημερινά παιδιά είναι κακομαθημένα και χαζοχαρούμενα. Αν εσύ είσαι από τους «παλιούς»... συγχαρητήρια! Είχες την τύχη ναμεγαλώσεις σαν παιδί...
Αν όχι... Φτειάξε τα δικά σου εικονικά ταξίδια με λόγια ανθρώπων που σε αγαπούν περα από το χρόνο που γι αυτούς χάνετε..

Τρίτη 12 Φεβρουαρίου 2008

Μη μου πεις τι πρέπει να κάνω...Άσε με να το κάνω..

"Aionios-Eternauta"
Φεβρουάριος 2008
Όλα αρχίζουν από το τίποτα ενός ονείρου, από σκόρπιες ιδέες πέρα από τις αρχέγονες μνήμες..
Χάρτης πορείας το όνειρο και πέρα από αυτό αρχίζει ο δρόμος. Ο ατέλειωτος δρόμος, ο αίώνιος δρόμος. Μαζί θα τον βαδίσουμε ταξιδευτές του απείρου.Φτάνει να μη λέει ο ένας στον άλλο τι πρέπει να κάνει.ΤΑ ΠΡΕΠΕΙ ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΘΕΣΗ ΣΤΟ ΤΑΞΙΔΙ.
Καλό ταξίδι σε όλους.
Εύχομαι να είναι μακρύς ο δρόμος...

ΙΘΑΚΗ (Κ.Καβάφης)
Σα βγεις στον πηγαιμό για την Ιθάκη,
να εύχεσαι να΄ναι μακρύς ο δρόμος,
γεμάτος περιπέτειες, γεμάτος γνώσεις.
Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,
τον θυμωμένο Ποσειδώνα μη φοβάσαι,
τέτοια στον δρόμο σου ποτέ σου δεν θα βρεις,
αν μέν΄ η σκέψις σου υψηλή, αν εκλεκτή
συγκίνησις το πνεύμα και το σώμα σου αγγίζει.
Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,
τον άγριο Ποσειδώνα δεν θα συναντήσεις,
αν δεν τους κουβανείς μες στην ψυχή σου,
αν η ψυχή σου δεν τους στήνει εμπρός σου.

Να εύχεσαι να΄ναι μακρύς ο δρόμος.
Πολλά τα καλοκαιρινά πρωιά να είναι
που με τι ευχαρίστηση, με τι χαρά
θα μπαίνεις σε λιμένας πρωτοϊδωμένους
να σταματήσεις σε εμπορεία Φοινικικά,
και τες καλές πραγμάτειες ν΄αποκτήσεις,
σεντέφια και κοράλλια, κεχριμπάρια κι έβενους,
και ηδονικά μυρωδικά κάθε λογής,
όσο μπορείς πιο άφθονα ηδονικά μυρωδικά
σε πόλεις Αιγυπτιακές πολλές να πας,
να μάθεις και να μάθεις απ΄τους σπουδασμένους.


Πάντα στον νου σου να ΄χεις την Ιθάκη.
Το φθάσιμον εκεί είν΄ ο προορισμός σου.
Αλλά μη βιάζεις το ταξίδι διόλου.
Καλύτερα χρόνια πολλά να διαρκέσει
και γέρος πια ν΄αράξεις στο νησί,
πλούσιος με όσα κέρδισες στον δρόμο,
μη προσδοκώντας πλούτη να σε δώσει η Ιθάκη.

Η Ιθάκη σ΄έδωσε το ωραίο ταξίδι.
Χωρίς αυτήν δεν θα ΄βγαινες στον δρόμο.
΄Αλλα δεν έχει να σε δώσει πια.

Κι αν πτωχική την βρεις, η Ιθάκη δεν σε γέλασε.
΄Ετσι σοφός που έγινες, με τόση πείρα,
ήδη θα το κατάλαβες οι Ιθάκες τι σημαίνουν.