Δευτέρα 15 Νοεμβρίου 2010

Ο πανηγυρικός της 28ης Οκτωβρίου.


Aionios-Eternauta






Ο πανηγυρικός της 28ης Οκτωβρίου που ανέγνωσε από τον άμβωνα της Εκκλησίας ο θεολόγος του Γυμνασίου Σαγέικων Αχαίας, Γιώργος Μάλφας και άφησε άφωνους τους πάντες.

Μια φωνή περηφάνειας και αντίστασης μέσα από την οργή και την απελπισία...


Εβδομήντα χρόνια μετά.


Γιορτάζεις την Εθνική Αντίσταση του Λαού μας, τραγουδάς «γυναίκες Ηπειρώτισσες», υψώνεις αμήχανα σημαίες, χορεύεις από κεκτημένη συνήθεια στις πλατείες. Φέτος όμως, δυσκολεύεσαι να πεις το «ΟΧΙ». Δεν είσαι σίγουρος, αμφιβάλλεις. Φοβάσαι τους συνειρμούς, τις πιθανές παρεξηγήσεις. Τρέμεις τις συνέπειες.


Χρόνια τώρα, επαναλάμβανες τελετουργικά μονότονα το «ΟΧΙ» του παππού σου. Καμάρωνες τη θυσία του, θριαμβολογούσες αδαπάνητα για τα κατορθώματα και τους ηρωισμούς της γενιάς του. Στις δεκαετίες όμως που ακολούθησαν κατασπατάλησες νωχελικά την ελευθερία που σου χάρισε! Έφτιαξες τη ζωή σου. Το δικό σου, επιτέλους, σπίτι, και το δικό σου εξοχικό. Έκανες ταξίδια μακρινά και πολυδάπανα, σε προορισμούς εξωτικούς. Αγόρασες πρώτο και μετά δεύτερο αυτοκίνητο. Χρεώθηκες ασυλλόγιστα δάνεια, δόσεις και κάρτες που αφειδώς σου πρόσφεραν οι τράπεζες. Μπούχτισες τα παιδιά σου φροντιστήρια και ιδιαίτερα, να σπουδάσουν προσοδοφόρα επαγγέλματα, να γίνουν υψηλόβαθμα «στελέχη διοίκησης επιχειρήσεων». Εκμεταλλεύτηκες, με όλους τους δυνατούς τρόπους, τους μετανάστες που είχαν την ανάγκη σου, για να μαζέψουν τις ελιές σου, να χτίσουν και να καθαρίσουν το σπίτι σου, να. φυλάξουν τα παιδιά σου. Έπαιξες στο Χρηματιστήριο το κληρονομημένο βιος των γονιών σου και αγόρασες «αέρα» που σου πούλησαν οι αετονύχηδες της ελεύθερης αγοράς. Συναλλάχθηκες μ΄ αυτό το άθλιο κράτος κάτω απ΄ το τραπέζι κάμποσες φορές, δεν θυμάσαι και συ πόσες. για τη στρατιωτική θητεία του γιου σου, το διακανονισμό της εφορίας, το αυθαίρετο δίπλα στη θάλασσα, το διορισμό στην επίζηλη δημοσιοϋπαλληλία, τη λίστα αναμονής σε κάποιο νοσοκομείο. Διασκέδασες την πλήξη σου βόσκοντας αμέριμνα στα λιβάδια της τηλεόρασης, κάνοντας φωτοσύνθεση με την προπαγάνδα και το γούστο των αχρείων της κάθε εξουσίας. Ατίμασες την ψήφο σου ξανά και ξανά για μια «εξυπηρέτηση», εκδούλευση των φαύλων της κομματοκρατίας, των επαγγελματιών και των κληρονόμων της πολιτικής.

Φέτος όμως, τα πράγματα δεν είναι όπως παλιά. Η γιορτή δεν είναι πια γιορτή. Μεγάλα λόγια δεν βγαίνουν απ΄ το στόμα. Φειδωλή και ντροπαλή η εθνική σου αξιοπρέπεια προσποιείται, καμώνεται πως γιορτάζει κάτω απ΄ το αυστηρό βλέμμα της επιτήρησης. Στενάχωρα όλα. Μέσα μας, γύρω μας, παντού. «Το αδιέξοδο της χώρας στις ψυχές των κατοίκων της». Πατρίδα υποτελής και υπόχρεη. Πατρίδα «πεδίο βολής φθηνό». Πατρίδα έρμαιο της απληστίας των τοκογλύφων, των ισχυρών του χρήματος, των δανειστών που γυρεύουν πίσω τα λεφτά τους. Σε υποτιμούν σήμερα άμοιρη πατρίδα μου για να σε αγοράσουν τζάμπα αύριο.

Πεθαίνω σαν χώρα! Ακούς την κραυγή; Βλέπεις και συ το κακό που μας βρήκε; «Όποιος δεν έχει δει ανθρώπους να πεθαίνουν σφυροκοπημένοι από αόρατο χέρι στους δρόμους, δεν μπορεί να καταλάβει τι σημαίνει και τι είναι ο θάνατος μιας χώρας.».

Πατρίδα, κατοχή και αντίσταση: κι αν οι λέξεις άδειασαν με τα χρόνια, δεν φταίνε οι λέξεις, οι ζωές μας άδειασαν! Πριν λιποψυχήσουν οι λέξεις, λιποψυχεί το φρόνημα των ανθρώπων, η θέληση των λαών να παραμείνουν αδούλωτοι. Όχι παιχνίδια με τις λέξεις! Ποιος δικαιούται να μιλάει στη γιορτή σήμερα για πατρίδα, για κατοχή και αντίσταση; Οι πατριδοκάπηλοι που κάθε φορά, την κρίσιμη στιγμή, συνθηκολογούσαν με τον κατακτητή; Ή μήπως, οι πολιτικές και οικονομικές ελίτ που εγκατέλειπαν την πατρίδα και το λαό την ώρα της μάχης, για να επιστρέψουν κατόπιν ως εθνοσωτήρες και ελευθερωτές;


«Ποιος είναι, λοιπόν, πατριώτης;»

Ο Άρης Βελουχιώτης, το τραγικό αυτό σύμβολο της Αντίστασης του Λαού μας, έχει κάτι να σου πει:

«Ποιος είναι ο πατριώτης; Αυτοί ή εμείς; Το κεφάλαιο δεν έχει πατρίδα και τρέχει νάβρει κέρδη σ΄ όποια χώρα υπάρχουνε τέτοια. Γι΄ αυτό δε νοιάζεται κι ούτε συγκινείται με την ύπαρξη των συνόρων και του κράτους. Ενώ εμείς, το μόνο που διαθέτουμε, είναι οι καλύβες μας και τα πεζούλια μας. Αυτά, αντίθετα από το κεφάλαιο που τρέχει, όπου βρει κέρδη, δεν μπορούν να κινηθούν και παραμένουνε μέσα στη χώρα που κατοικούμε. Ποιος, λοιπόν, μπορεί να ενδιαφερθεί καλύτερα για την πατρίδα του; Αυτοί που ξεπορτίζουνε τα κεφάλαιά τους από τη χώρα ή εμείς που παραμένουμε με τα πεζούλια μας εδώ;»

Εδώ θα παραμείνουμε, δε θα φύγει κανείς, κυνηγημένε απ΄ όλους Καπετάνιε!

Εδώ, να φυλάμε τα πεζούλια που μας άφησες! Θα μοιραστούμε αν χρειαστεί ακόμη και τη φτώχια μας, την ανάγκη, την οργή μας, μα δεν θα εγκαταλείψουμε. Γι΄ αυτό.

«Τα καράβια μου καίω / δεν θα πάω πουθενά.

Κι ας μη μου ΄χεις χαρίσει ποτέ /

να χάδι ως τώρα / πάντα εδώ θα γυρνώ

από πείσμα και τρέλα θα ζω /

σε τούτη τη χώρα / ώσπου να βρω νερό

γιατί ανήκω εδώ.

Σταυρωμένη πατρίδα /

μες στα μάτια σου είδα /

της ανάστασης φως».

(Τα καράβια μου καίω,

Ν. Πορτοκάλογλου)

Πάτρα, Οκτώβριος 2010

Σάββατο 6 Νοεμβρίου 2010

Ψωροκώσταινα...


Aionios-Eternauta

Στην εποχή που κυβερνούσε την Ελλάδα ο Καποδίστριας ζούσε στο Ναύπλιο μια ζητιάνα, που την έλεγαν «Ψωροκώσταινα».

Σε μια λοιπόν συνεδρίαση της Συνέλευσης, κάποιος θέλοντας να πει για τη φτώχεια του Ελληνικού Δημοσίου το παρομοίασε με την πασίγνωστη ζητιάνα.

Από τότε η λέξη επαναλήφθηκε στις συζητήσεις και τελικά επικράτησε. Μόνο που, όταν λέγεται τώρα δεν εννοεί το Ελληνικό Δημόσιο, αλλά ολόκληρη την χώρα...

Η όλη ιστορία της Ψωροκώσταινας (Ευ. Δαδιώτης, «Αιγαιοπελαγίτικα» τεύχος 13) είναι η εξής: «Δεν έχω τίποτα άλλο από αυτό το ασημένιο δαχτυλίδι κι αυτό το γρόσι. Αυτά τα τιποτένια προσφέρω στο μαρτυρικό Μεσολόγγι», είπε περήφανα η γριά πλύστρα Χατζηκώσταινα και τα άφησε πάνω στο τραπέζι που είχε στήσει στην πλατεία του Ναυπλίου η ερανική επιτροπή, εκείνη την Κυριακή του 1826.

Ύστερα από αυτή την απρόσμενη χειρονομία, κάποιος από το πλήθος φώναξε: «Για δείτε, η πλύστρα η Ψωροκώσταινα πρώτη πρόσφερε τον οβολό της.»

Κι αμέσως το φιλότιμο πήρε και έδωσε. Βροχή πέφταν πάνω στο τραπέζι λίρες, γρόσια και ασημικά. Αυτή ήταν η συνέχεια της φτωχής προσφοράς της πλύστρας Χατζηκώσταινας, που από εκείνη τη στιγμή αποθανατίστηκε με το παρατσούκλι «Ψωροκώσταινα». Και το παρανόμι αυτό κόλλησε έπειτα στην Ελλάδα.

Αλλά, ποιά ήταν αυτή η «Ψωροκώσταινα»; Ήταν η κάποτε αρχόντισσα των Κυδωνιών, του Αϊβαλιού, Πανωραία Χατζηκώστα, σύζυγος πάμπλουτου Αϊβαλιώτη εμπόρου, που φημιζότανε όχι μόνο για τα πλούτη του άνδρα της, μα και για τα πολλά δικά της κι ακόμα για την ομορφιά της.

Όταν αργότερα οι Τούρκοι πυρπόλησαν την πολιτεία του Αϊβαλί, και έσφαξαν άνδρες και γυναικόπαιδα, ανάμεσα σε αυτούς που σώθηκαν ήταν και η αρχόντισσα Πανωραία Χατζηκώστα, που είδε να σφάζουν οι Τούρκοι τον άνδρα της και τα παιδιά της. Κατά καλή της τύχη ένας ναύτης την βοήθησε και μαζί με άλλους την ανέβασε σε ένα καράβι που ξεμπάρκαρε στα Ψαρά.

Εκεί αναγνωρίστηκε από τον ομοιοπαθή της Βενιαμίν τον Λέσβιο, την προστάτεψε και τον ακολούθησε στην Πελοπόννησο. Στο Ναύπλιο, ο Βενιαμίν παρέδιδε μαθήματα για να ζήσει και η Πανωραία, για να ζήσει, άρχισε να ξενοπλένει και αργότερα, με σαλεμένα σχεδόν τα λογικά της, ζητιάνευε στους δρόμους του Ναυπλίου.

Έπειτα από το περιστατικό του εράνου στο Ναύπλιο, όταν έφτασε ο Καποδίστριας στην Ελλάδα, τη συμμάζεψε κι όταν ίδρυσε το ορφανοτροφείο, η Πανωραία, που τώρα έγινε γνωστή με το παρανόμι «Ψωροκώσταινα», προσφέρθηκε να πλένει τα ρούχα των ορφανών χωρίς καμιά πληρωμή.

Aionios Eternauta.. Έτσι λοιπόν... Πανωραία ή Ψωροκώσταινα...Όπως η Ελλάδα μας.. Όμορφη & Παράξενη Πατρίδα...πανωραία & Ψωροκώσταινα..όπως την κατάντησαν ανίκανοι "άρχοντες" & ανάξιοι νεο.. Έλληνες ..